Σάββατο 13 Απριλίου 2019

Ritchie Blackmore Χρόνια Πολλά!

                       Ritcie Blackmore Χρόνια Πολλά!

                             

   14 Απριλίου, το 1945 γεννήθηκε στο Weston Super Mare, στο βόρειο Somerset, στην Αγγλία, ο Ritchie Blackmore, ένας μουσικός αστέρας, ένας από τους μεγαλύτερους και δημιουργικότερους κιθαρίστες της Rock σκηνής, που από τα 15 του χρόνια και μέχρι σήμερα, στα 74 του, έχει δημιουργήσει και συμμετάσχει σε 13 μουσικά συγκροτήματα κι έχει δημιουργήσει επιτυχίες που θα τραγουδιούνται για δεκαετίες ακόμα και πάντα θα δονούν τους ροκάδες κάθε ηλικίας. Μια αμφίβολη προσωπικότητα που, ενώ δοξάστηκε ως μουσικός συνθέτης κι εκτελεστής, συχνά έφερνε σε δύσκολη θέση τους συνεργάτες του.
 Στα 11 του χρόνια, ο πατέρας του του δώρισε την πρώτη του κιθάρα, υπό τον όρο να μάθει να παίζει κάνοντας μαθήματα κλασικής κιθάρας, για ένα χρόνο. Σταμάτησε το σχολείο σε ηλικία 15 ετών και ξεκίνησε να δουλεύει σαν μηχανικός ασυρμάτων στο αεροδρόμιο του Χίθροου, στο Λονδίνο.
Το 1960, δημιουργεί μαζί με το φίλο του Mick Underwood, το συγκρότημα The Dominators. Αργότερα, προσχώρησαν στους Satellites για να προχωρήσει ο Blackmore στους Jaywalkers. Στις αρχές του 1962, εντάχθηκε στους Screaming Lord Sutch's Savages και στο τέλος της ίδιας χρονιάς, πήγαν μαζί με τον Underwood στους The Outlaws. Στους τελευταίους παρέμεινε για δύο χρόνια, ηχογραφώντας έξι σινγκλ. Το Μάιο του 1964 προσχώρησε στους Heinz & The Wild Boys. Το 1965 επέστρεψε στους Screaming Lord Sutch, για να ηχογραφήσει άλλο ένα σινγκλ και να περιοδεύσει στη Γερμανία και τελικά, να μετακομίσει μόνιμα στο Αμβούργο.
Στα τέλη του 1965, δημιούργησε τους Three Musketeers με τους οποίους έπαιξε μόνο μία συναυλία για να προσχωρήσει στους Crusaders του Νιλ Κρίστιαν για έξι μήνες, διάστημα κατά το οποίο ηχογράφησαν το σινγκλ "My Baby Left Me". Το 1966, ταξίδεψε στην Ιταλία με τους The Trip για να επιστρέψει στη Γερμανία και να ενταχθεί στους Roman Empire.
                              Î£Ï‡ÎµÏ„ική εικόνα   
                           Στο διάστημα αυτό ο Blackmore έπαιζε με μία κόκκινη Gibson ES355.
  Στα τέλη του 1967, δημιούργησε το συγκρότημα Mandrake Root αλλά δέχθηκε ένα τηλεφώνημα από τον μετέπειτα μάνατζερ των Deep Purple, Tony Edwards, για να επιστρέψει στην Αγγλία και να ενταχθεί στο νέο συγκρότημα που αυτός θα δημιουργούσε. Αρχικά, το συγκρότημα ονομάστηκε Roundabout, με τους Chris Curtis στα φωνητικά, Dave Curtis στο μπάσο, John Lord στα πλήκτρα και Bobby Clark στα τύμπανα. Λίγο αργότερα, άλλαξαν το όνομα τους σε Deep Purple ενώ άλλαξαν και τραγουδιστή, μπασίστα και ντράμερ, με τους Rod Evans, Nick Simper και Ian Paice, αντίστοιχα.
Με αυτή τη σύνθεση, οι Deep Purple ηχογράφησαν τρία άλμπουμ, τα "Shades of Deep Purple" (1968), "The Book of Taliesyn" (1968) και "Deep Purple" (1969), ενώ κυκλοφόρησαν και μερικά σινγκλ, πιο επιτυχημένα εκ των οποίων ήταν τα "Hush" και "Kentucky Woman".
                                
Το καλοκαίρι του 1969, αποφάσισαν να αλλάξουν τραγουδιστή και μπασίστα, εντάσσοντας στο συγκρότημα τους Ian Gillan και Roger Glover, αντίστοιχα.Με τα νέα μέλη, οι Deep Purple ηχογράφησαν τέσσερα στούντιο άλμπουμ ("Deep Purple in Rock" (1970), "Fireball" (1971), "Machine Head" (1972) και "Who Do We Think We Are" (1973)) και δύο ζωντανά ηχογραφημένα άλμπουμ ("Concerto for Group and Orchestra" (1969) και "Made in Japan" (1972)), τα οποία γνώρισαν μεγάλη επιτυχία σε όλο τον κόσμο. Χαρακτηριστικό ήταν το ότι το 1973, οι Deep Purple είναι το Νο 1 συγκρότημα σε πωλήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες. Επίσης, μεγάλη επιτυχία γνώρισαν τα σινγκλ "Black Night", "Strange Kind of Woman" και "Fireball" στη Μεγάλη Βρετανία, όπως και το "Smoke on the Water" στις ΗΠΑ, όπου βραβεύτηκε ως χρυσό.
Το καλοκαίρι του 1973 και μετά από έντονες διαφωνίες και τσακωμούς του Richie Blackmore με τον Ian Gillan, αποχωρούν από το συγκρότημα ο Ian Gillan και ο Roger Glover για να αντικατασταθούν από τους David Coverdale και Glenn Hughes, αντίστοιχα. Με τις προσθήκες αυτές, οι Deep Purple ηχογράφησαν τα "Burn" και "Stormbringer", πραγματοποιώντας ταυτόχρονα πολύ μεγάλες σειρές συναυλιών σε Ευρώπη και Αμερική.  
Τον Απρίλιο του 1975, ο Blackmore έδωσε την τελευταία του συναυλία με τους Deep Purple, από τους οποίους αποχώρησε λόγω της αυξανόμενης απογοήτευσης του από τα jazz/funk στοιχεία που είχαν υιοθετηθεί στον σκληρό ήχο του συγκροτήματος.
                                  
  Μετά την αποχώρηση του από τους Purple, ο Blackmore παρακολούθησε μαθήματα τσέλο από τον Hugh McDowell των Electric Light Orchestra. Αρχικά, σχεδίαζε να ηχογραφήσει ένα σόλο άλμπουμ άλλα τελικά δημιούργησε το δικό του συγκρότημα, με την ονομασία Ritchie Blackmore's Rainbow, για να παραμείνει μόνο το Rainbow, μετά την κυκλοφορία του πρώτου τους άλμπουμ. Στα φωνητικά, προσέλαβε τον πρώην τραγουδιστή των Elf και μετέπειτα των Black Sabbath, Ronnie James Dio, ο οποίος παρέμεινε στο συγκρότημα μέχρι το 1979. Αντικαταστάθηκε από τον Graham Bonnet και αυτός από το 1981 από τον Joe Lynn Turner. Επίσης, από τους Rainbow πέρασαν και άλλοι αναγνωρισμένοι μουσικοί όπως ο Cozy Powell μετέπειτα ντράμερ των Black Sabbath και των ELP, ο Don Airey ο οποίος συνεργάστηκε με μεγάλα ονόματα όπως ο Ozzy Osbourne, οι Black Sabbath, οι Electric Light Orchestra, κ.α. και πλέον είναι μόνιμο μέλος των Deep Purple, ο Roger Glover των Deep Purple, ο Bobby Rondinelli των Black Sabbath και Blue Öyster Cult, κ.α..
Κατά τη διάρκεια της εννιάχρονης πορείας τους, οι Rainbow ηχογράφησαν επτά στούντιο και ένα ζωντανό δίσκο, με πέντε από αυτούς να ανεβαίνουν στο βρετανικό Top-10 και τους άλλους τρεις να φτάνουν ως το No 11.
Τον Απρίλιο του 1984, ο Ritchie Blackmore αποφάσισε να ενώσει ξανά τις δυνάμεις του με την κλασική σύνθεση των Deep Purple, η οποία περιελάμβανε τους Ian Gillan, Roger Glover, John Lord και Ian Paice. Μαζί, κυκλοφόρησαν το "Perfect Strangers" στα τέλη του 1984, το οποίο έγινε πλατινένιο στις Ηνωμένες Πολιτείες και ανέβηκε στο Top-10 των περισσοτέρων χωρών του πλανήτη. Η περιοδεία που ακολούθησε, ήταν η δεύτερη πιο προσοδοφόρα περιοδεία συγκροτήματος για το 1985, μετά από αυτήν του Bruce Springsteen. Τον Ιανουάριο 1987 κυκλοφόρησαν το "The House of Blue Light" το οποίο γνώρισε αρκετά μεγάλη επιτυχία, αλλά οι συνεχείς διαφωνίες του Gillan με τον Blackmore οδήγησαν στην αποχώρηση του πρώτου από το συγκρότημα, το 1989.
Τον Ian Gillan αντικατέστησε ο Joe Lynn Turner, με τον οποίο οι Deep Purple ηχογράφησαν το αμφιλεγόμενο "Slaves and Masters" το 1990. Με αυτό το σχήμα τους είδαμε εδώ, στην Αθήνα, στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, στις 26 Σεπτεμβρίου το 1991, σε μια φανταστική συναυλία (που θα προτιμούσαμε, βέβαια να ήταν ο Ian Gillan στο μικρόφωνο), με περίπου 30.000 θεατές και τους ήχους των Deep Purple ν' αναστατώνουν όλη την πόλη.
Το 1992, ο Gillan επέστρεψε στο συγκρότημα, για να ηχογραφήσουν το "The Battle Rages On". Παρ' όλα αυτά, ο Blackmore ήταν δυσαρεστημένος από τη συνεργασία του με τον Ian Gillan και αποχώρησε από τους Deep Purple στα μέσα της περιοδείας για την προώθηση του τελευταίου δίσκου τους, το Νοέμβριο του 1993.
  Το 1994, ο Blackmore ξαναδημιούργησε τους Rainbow, με νέα μέλη αυτή τη φορά τον τραγουδιστή Doogie White, τον μπασίστα Greg Smith, τον κιμπορντίστα Paul Morris και τον ντράμερ John O' Rahilly. Με τη νέα αυτή σύνθεση, ηχογράφησαν το στούντιο άλμπουμ "Stranger In Us All" και μετά την περιοδεία για την προώθηση του, ο Blackmore αποφάσισε να διαλύσει το συγκρότημα για να ξεκινήσει το νέο του πρότζεκτ με τη σύζυγο του, Candice Night.
  Με τους Blackmore's Night, έχει ηχογραφήσει οκτώ στούντιο, δύο ζωντανά και ένα εορταστικό άλμπουμ. Έχουν γνωρίσει επιτυχία κατά κύριο λόγο στη Γερμανία και την Ιαπωνία, ανεβαίνοντας στις υψηλές θέσεις των τσαρτ της Ιαπωνίας και της Γερμανίας.
Το συγκρότημα αποτελείται από τον Ritchie Blackmore, τη σύζυγο του και τραγουδίστρια Candice Night, μαζί με φολκ και ροκ μουσικούς από τη Μεγάλη Βρετανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το άλμπουμ τους με τίτλο "Dancer & the Moon", ήταν το πρώτο της καριέρας τους που κατάφερε να μπει στη λίστα του Billboard στις Ηνωμένες Πολιτείες και το Top-100 στην Αγγλία, μπαίνοντας στους καταλόγους επιτυχιών των περισσότερων ευρωπαϊκών χωρών.
  Τον Μάιο του 1964, ο Ritchie Blackmore παντρεύτηκε την γερμανίδα Margit Volkmar, με την οποία έκανε ένα παιδί, τον Yunger. Μετά το διαζύγιο τους το 1968, ο Blackmore παντρεύτηκε την Barbel το Σεπτέμβριο του 1969, με την οποία χώρισε στις αρχές της δεκαετίας του '70. Το 1974 μετακόμισε στην Καλιφόρνια των Ηνωμένων Πολιτειών. Εκεί συνέζησε με την τραγουδίστρια όπερας Sosanna, η οποία έκανε δεύτερα φωνητικά στο πρώτο άλμπουμ των Rainbow. Το 1978 μετακόμισε στο Κονέκτικατ με την Amy Rothman, την οποία παντρεύτηκε το Μάιο του 1981, αλλά χώρισε δύο χρόνια αργότερα.
Στα 39 του χρόνια, έμαθε να οδηγάει και αγόρασε το πρώτο του αυτοκίνητο. Το 1989 γνώρισε τη μετέπειτα σύζυγο του και τραγουδίστρια των Blackmore's Night, Candice Night. Παντρεύτηκαν το 2008 και έχουν δύο παιδιά, την Esmeralda και τον Rory d' Ardanian.


                                                                                         Wild and Gentle

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου